Δηλαδή ;
Δηλαδή στην πλειονότητα των σχέσεων ( από μια απλή συζήτηση στο τηλέφωνο μέχρι μία πολύκροτη δίκη μέχρι μία ενημέρωση για την σχολική επίδοση των παιδιών ) υπάρχει ένας ‘ διαγωνισμός’ για το ποιος ‘ θα βγει από πάνω / θα σκοράρει / θα καρφώσει / θα βιδώσει / θα βάλει στην θέση / θα την φέρει / θα επιβληθεί ’ στον άλλον.
Τι σημαίνει αυτό ;
Αυτό σημαίνει ότι οικειοθελώς αποστερούμε τον εαυτό μας από πολλά πράγματα που θα μπορούσαμε να έχουμε κερδίσει ενώ ταυτόχρονα τον φορτώνουμε με αρνητικά συναισθήματα που θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει καθώς και με ολόκληρες ιδέες ή και κοσμοθεωρίες οι οποίες εδρεύουν στην συνείδηση μας ασυζητητί και επιβεβλημένα.
Πώς το κάνουμε αυτό ;
Δύο διαγωνιζόμενοι δεν είναι το ίδιο με δύο συνεργαζόμενους . Οι διαγωνιζόμενοι έχουν πολύ διαφορετικούς στόχους και κίνητρα από τους συνεργαζόμενους :
Α. οι διαγωνιζόμενοι επιζητούν να νικήσει ο ένας επι του άλλου, ασχέτως της επιτεύξεως ή όχι κάποιου στόχου χρήσιμου για το σύνολο.
Β. αυτό σημαίνει ότι επιζητούν να αποδείξουν ότι η δική τους άποψη είναι παντελώς καλύτερη από του αντιπάλου.
Γ. αυτό σημαίνει ότι για να νικήσουν πρέπει να αρνηθούν ή να καταρρίψουν όλες παντελώς τις πτυχές της απόψεως του αντιπάλου αλλιώς θα χάσουν.
Δ. αυτό σημαίνει ότι η διαδικασία δεν είναι διαδικασία προόδου και καλυτέρευσης κανενός από τους δύο διαγωνιζόμενους αλλά διαδικασία καταστροφική για τουλάχιστον έναν από τους δύο αν όχι και τους δύο.
Αντιθέτως,
Α. οι συνεργαζόμενοι επιζητούν και οι δύο να υπερτερήσουν / νικήσουν / πετύχουν / κατακτήσουν αμοιβαία έναν στόχο ο οποίος είναι γενικά χρήσιμος για κάποιο σύνολο.
Β. αυτό σημαίνει ότι είναι ‘ανοιχτοί’ και επιζητούν να εμπλουτίσουν ή τροποποιήσουν την άποψη τους ώστε να επιτύχουν καλύτερα το στόχο τους.
Γ. αυτό σημαίνει ότι ευχαρίστως αποδέχονται, επιζητούν και εγκολπώνονται όλες τις πτυχές οι οποίες με την σωστή σύνθεση δημιουργούν την άποψη ή μέθοδο η οποία θα επιφέρει την επίτευξη του στόχου ασχέτως εάν προέρχονται από την δική τους διαδικασία σκέψεως ή του συνεργάτη τους.
Δ. αυτό σημαίνει ότι η διαδικασία είναι διαδικασία προόδου και καλυτέρευσης και για τους δύο συνεργαζόμενους και επίσης προσφέρει δυνατότητες βελτίωσης και ανάπτυξης και για τους δύο ανεξαιρέτως. Επίσης οι απολαβές και για τους δύο σε κοινωνικό, προσωπικό και υπαρξιακό επίπεδο είναι κατά πολύ πολλαπλάσιες από τις απολαβές που θα είχε ο κάθε ένας μόνος του μέσα από μία διαδικασία ανταγωνισμού και υπονόμευσης του άλλου.
Συνεπώς όταν αναγκάζουμε τον εαυτό μας αλλά και άλλα άτομα συνεχώς να ανταγωνίζονται και να διαγωνίζονται μεταξύ τους για να ανακαλύψουν ποιος είναι ο νικητής – αρχηγός / ελεύθερο ανδράποδο και ποιος ο χαμένος – υποταγμένος / ελεύθερο ανδράποδο, αυτό το οποίο σίγουρα επιφέρουμε είναι η τέλεια απουσία οποιασδήποτε προόδου και βελτίωσης των ατόμων και σαφώς ( όπως έχουμε δείξει με τις μπάμπουσκες ) η παντελής απουσία προόδου, ανάπτυξης και βελτίωσης όλης της κοινωνίας και του κοινωνικού συνόλου.
Επιπλέον , όπως βλέπουμε καθημερινά στις σχέσεις μας με άλλους ανθρώπους ότι με τον ανταγωνισμό και διαγωνισμό ( σχέσεις που ‘ δεν βγαίνουν / δεν λειτουργούν / δεν πηγαίνουν / δεν οδηγούν πουθενά / πνίγουν’ , καθώς και από την μια κάποια αίσθηση ανημποριάς και αδυναμίας και απελπισίας ότι ‘ δεν γίνεται τίποτα / δεν ωφελεί / έτσι όπως καταντήσαμε / δεν διορθώνεται τίποτα / δεν έχει νόημα / τι να κάνουμε / όλοι έτσι κάνουν ’ ) επιφέρουμε πλήρως την μαθηματική ακολουθία προς την φθορά και αποσύνθεση και του ατόμου μας και του κοινωνικού συνόλου.
Ναι, αλλά η άμιλλα βοηθάει την πρόοδο, έτσι δεν είναι ;
Όχι δεν είναι έτσι. Όχι επειδή η βασική άποψη και ιδέα είναι λάθος, αλλά γιατί όπως σε πάρα πολλά πράγματα μεταφράζεται και εφαρμόζεται σε σχεδόν πλήρη ασυμφωνία μεταξύ ιδέας και εφαρμογής.
Τι εννοούμε με αυτό ;
Ας αναλύσουμε τι εννοούμε αρχίζοντας όπως πάντα πρέπει να αρχίζουμε : με τον ορισμό των ιδεών, δηλαδή συγκεκριμενοποιώντας τι σημαίνει αυτή η ‘ άμιλλα’ και τι δεν σημαίνει.
Άμιλλα : « διαγωνισμός, αγών περί υπεροχής, αμοιβαίος ζήλος» [1]
Αμιλλώμαι : « προσπαθώ να υπερτερήσω άλλων ή άλλους, διαγωνίζομαι εν αμίλλη, είμαι ισάξιος προς τι» [2]
Βλέπουμε λοιπόν εδώ ότι η ‘ άμιλλα’ ως όρος έχει δύο πτυχές οι οποίες δεν είναι ξεκάθαρες ούτε είναι πλήρως εν αρμονία μεταξύ τους :
Αν προσπαθώ να υπερτερήσω κάποιου άλλου σίγουρα δεν είμαι ή δεν θεωρώ ότι είμαι ισάξιος του.
Αν προσπαθώ να διαγωνισθώ κάποιον όχι μόνο δεν ενδιαφέρομαι ούτε για τη δική μου βελτίωση ούτε για τη δική του. Αντιθέτως με ενδιαφέρει να τον νικήσω κατά κράτος ακριβώς όπως ο στρατιώτης σε ένα πόλεμο : ο σκοπός μου είναι η νίκη ασχέτως της ποιότητας μου ή αυτής του αντιπάλου μου. Συνεπώς θα κάνω τα πάντα για να το πετύχω ασχέτως ιδεολογίας ή μέσων ακόμη και εάν αυτό με βλάπτει, υποσκάπτει και εξουδετερώνει τις πραγματικές μου δυνατότητες. Αυτό το γεγονός απεικονίζεται περιτράνως στις ολοένα και πιο συχνά αναφερόμενες περιπτώσεις αθλητών που συλλαμβάνονται ή ομολογούν να έχουν κάνει χρήση ουσιών ή άλλων τακτικών που θα τους δώσουν στιγμιαίο προβάδισμα στο αγώνισμα τους χωρίς να ενδιαφέρονται εάν θα έχουν πραγματικά κατακτήσει το επίπεδο ικανοτήτων που συμβολίζει το μετάλλιο το οποίο καπηλεύονται. Επίσης υπάρχει σωρεία περιπτώσεων πρωταθλητών οι οποίοι υπέφεραν τεράστια προβλήματα υγείας ( σωματικής, ψυχολογικής και κοινωνικής ) μετά την απόσυρση τους από το άθλημα στο οποίο διαγωνίζονταν.
Και οι δύο περιπτώσεις αποδεικνύουν το τεράστιο μέγεθος της καταστροφής σε όλα τα επίπεδα που επιφέρει ο διαγωνισμός και η ‘άμιλλα’ .
Αυτή είναι η μία πλευρά της άμιλλας η οποία εφαρμόζεται αλλά δεν ομολογείται.
Η άλλη πλευρά της άμιλλας μιλάει για το ότι όλες οι πλευρές είναι ισάξιες και ότι διακατέχονται από μία αμοιβαία ανάγκη για κάποια βελτίωση μέσω του ανταγωνισμού, η οποία βελτίωση όμως ( ως προς τον βαθμό και το είδος της ) σχεδόν πάντα διατηρείται ασαφής. Όμως μέσω του διαγωνισμού ή της άμιλλας δεν μπορούμε να έχουμε ούτε ισότητα ούτε ατομική ή ομαδική βελτίωση η οποία να έχει ουσιαστικά οφέλη σε όλα τα επίπεδα, αλλά αντιθέτως επέρχεται πλήρης καταστροφή όπως είδαμε παραπάνω. Αντιθέτως είδαμε ότι για να έχουμε ισότητα και ομαδική βελτίωση σε όλα τα επίπεδα πρέπει να υπάρχει συνεργασία.
Ναι αλλά με τον ανταγωνισμό δημιουργήθηκαν πολλές καινοτομίες, έτσι δεν μας λέγεται ;
Αυτό δεν είναι αληθές αλλά παραποίηση μίας βασικής αλήθειας για όλες τις καινοτομίες (εποικοδομητικές και μη ) που έχουν υπάρξει στην ανθρωπότητα.
Η καινοτομία είναι αποτέλεσμα δύο βασικών συστατικών : ανάγκης και πειραματισμού . Ανάγκης είτε του ατόμου για απαντήσεις / λύσεις είτε του συνόλου για επιβίωση. Πειραματισμού για την ικανοποίηση αυτής της ανάγκης από τουλάχιστον ένα και τις περισσότερες φορές πολλά περισσότερα άτομα τα οποία δοκιμάζουν διάφορες εκδοχές, μαθαίνουν τι θα πρέπει να προσέξουν, να αποφύγουν, να διορθώσουν και / ή να βελτιώσουν, το προσέχουν, το αποφεύγουν, το διορθώνουν και /ή βελτιώνουν και οδηγούνται στην καινοτομία που επηρεάζει θετικά ή αρνητικά ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο.
Ποτέ δεν βρέθηκε καινοτομία ή λύση μέσα από έναν διαγωνισμό ο οποίος στόχο είχε να εκτιμήσει, να αναδείξει και να επιβραβεύσει ένα και μόνο άτομο αλλά δεν είχε κάποια άλλη χρησιμότητα.
Ναι αλλά υπάρχουν διαγωνισμοί ευρεσιτεχνίας ή ταλέντου που αναδεικνύουν καινοτομίες ή ταλέντα.
Ούτε και αυτό είναι ακριβές και η παρερμήνευση οφείλεται στην τάση που υπάρχει να μην έχουμε ακριβολογία και να χρησιμοποιούμε έναν ορισμό για πολλές παρεμφερείς αλλά κάθετα διαφορετικές έννοιες. Αυτού του είδους οι διαγωνισμοί οι οποίοι αναδεικνύουν καινοτομίες ή ταλέντα δεν είναι διαγωνισμοί αλλά συναγωνισμοί. Τι εννοούμε με αυτό ;
Παρουσιάζεται σε όλους τους συμμετέχοντες ένας στόχος με συγκεκριμένες προδιαγραφές και δίνεται πλήρης ελευθερία στην μέθοδο και τον τρόπο επίτευξης του στόχου αυτού. Συνεργασία και ανταλλαγή ιδεών είναι δυνατή και στους πιο επιτυχείς συναγωνισμούς γεγονός. Εάν αυτό δεν υπάρχει και αυτό το οποίο μετράμε δεν είναι η επίτευξη του στόχου αλλά το ίδιο το άτομο αξιολογητικά τότε ο διαγωνισμός είναι πραγματικά διαγωνισμός ο οποίος όπως αποδείξαμε παραπάνω ποτέ δεν αναδεικνύει καινοτομίες ή κάποιο ταλέντο είτε αντικειμενικά είτε στην πλήρη του έκφραση ( είτε το ‘ ταλέντο’ δεν είναι παρά μια συνισταμένη τρόπων εντυπωσιασμού και όχι ουσιαστικό είτε όταν υπάρχει ουσιαστικό ταλέντο αυτό καναλάρεται και περιορίζεται μέχρι που πνίγεται από τις κοινωνικές και οικονομικές πιέσεις που απορρέουν από τον διαγωνισμό ) . Ας αναλογιστούμε μόνο πόσο πολύ επιτυχία ή όφελος αποκομίζεται από διαγωνισμούς όπως η Eurovision, το American Idol, ή ακόμα και από τους Ολυμπιακούς αγώνες, τα καλλιστεία ή το ποδόσφαιρο / κλπ : κανένα αντικειμενικό όφελος ή επιτυχία δεν αποκομίζεται ούτε για τους θεατές αλλά ούτε και για τους διαγωνιζόμενους αφού πάρα πολλές φορές τα υλικά οφέλη ( διότι δεν υπάρχουν άλλα ) διοχετεύονται σε ένα διαγωνιζόμενο όχι λόγω του ταλέντου ή της ικανότητας του αλλά λόγω των παραπλανητικών / περιοριστικών κριτηρίων και της υποκειμενικής γνώμης ενός ή περισσοτέρων κριτών.
Σε μελλοντικά άρθρα θα αναλύσουμε ακριβώς πώς αυτό που μπορεί να φαίνεται αντικειμενικό στην ουσία είναι υποκειμενικό και τεχνητό.
Ποιος λοιπόν επωφελείται από τους διαγωνισμούς ;
Η πρώτη απάντηση που μας έρχεται στο μυαλό είναι ο νικητής του διαγωνισμού. Σε διαγωνισμούς όπως αυτούς που αναφέραμε ο νικητής κερδίζει δόξα, φήμη, οικονομικά οφέλη, θέσεις ζηλευτές στον κοινωνικό περίγυρο, κ. α.
Είναι όμως αλήθεια ότι τα κερδίζει ;
Στην πραγματικότητα δεν κερδίζει όλα αυτά τα πράγματα επειδή δεν είναι φυσική και λογική απόρροια του επιτεύγματος του, δηλαδή αποτέλεσμα της ίδιας της πράξης η οποία αποτελεί το επίτευγμα του ( π.χ. το να τρέχεις γρήγορα δεν αποτελεί στην ουσία του αξιοποιήσιμη ικανότητα από το άτομο που την κατέχει, αυτόν τον ίδιο τον ταχύ δρομέα, με τρόπο που να εξασφαλίζει την ελευθερία, ανεξαρτησία και αυτονομία του στην σημερινή κοινωνία ) αλλά μία μη ελέγξιμη από τον διαγωνιζόμενο επιβράβευση η οποία ελέγχεται από άλλους παράγοντες και με άλλα κριτήρια τα οποία δεν έχουν να κάνουν τίποτα με την επίδοση ή το ταλέντο του νικητή ( δηλαδή ο διαγωνιζόμενος δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το επίτευγμα του για να κατακτήσει αυτά τα οποία του δίνονται εκτός των ορίων και των προϋποθέσεων του συγκεκριμένου διαγωνισμού και μόνο, άρα δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει το επίτευγμα του για να επιβιώσει εάν δεν του επιτραπεί από άλλους και συνεπώς είναι για πάντα σε μία εξηρτημένη και αβέβαιη θέση την οποία μπορεί και να μην μπορέσει να κρατήσει ακόμα και εάν διατηρήσει ή και αυξήσει το επίτευγμα του εάν άλλοι δεν το θέλουν ). Κατ’ αυτό τον τρόπο ο νικητής δεν αισθάνεται την σιγουριά και την ασφάλεια του νικητή ο οποίος έχοντας κατακτήσει τον στόχο του προχωρά σε στόχους ανωτέρων αναπτυξιακών επιπέδων αλλά αισθάνεται την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια κάποιου που κάθεται σε μια ασταθή καρέκλα πάνω από μια ενεργή βόμβα καθότι του αναιρείται η νίκη και η επιτυχία του με την υποχρέωση και την πίεση που του επιβάλλεται.
Ποιος πραγματικά έχει τον έλεγχο ;
Σαφώς έχει ήδη διαφανεί ότι αυτός που έχει τον έλεγχο είναι αυτός που δεν διαγωνίζεται. Αυτός που δεν διαγωνίζεται δεν είναι αυτός που παρακολουθεί παθητικά και χωρίς να αλληλεπιδρά με παραμέτρους συγκεκριμένες και αντικειμενικές του διαγωνισμού. Αυτός δεν είναι παρά ο θεατής ο οποίος δεν μπορεί παρά μόνο να είναι δέκτης μίας καταστάσεως με την οποία είναι άσχετο αν διαφωνεί ή συμφωνεί και του οποίου η γνώμη ποτέ δεν ζητείται ως γνώμονας επηρεασμού του διαγωνισμού. Ο θεατής βλάπτεται από τον διαγωνισμό όσο και ο διαγωνιζόμενος καθότι του δίνεται το ψευδές και παραπλανητικό μήνυμα ότι δεν έχει καμμία επιρροή ή ισχύ στο περιβάλλον του ( κοινωνικό, προσωπικό, κρατικό, εργασιακό ) και τον μαθαίνει να δέχεται πλήγματα και βιασμούς της προσωπικότητας και της γνώμης του χωρίς καθόλου προσπάθεια ουσιαστικής αντίδρασης.
Ο θεατής όπως και ο διαγωνιζόμενος μαθαίνουν μέσω του διαγωνισμού να είναι ελεύθερα ανδράποδα ( καθότι πιστεύουν ότι εκείνοι διάλεξαν να κάνουν αυτό που κάνουν και να αντιδρούν όπως αντιδρούν ) και αντί για ολοκληρωμένες προσωπικότητες με πολλαπλές πτυχές περιορίζονται στο να είναι δισδιάστατες και ρηχές εκφράσεις του εαυτού τους όπως οι φιγούρες του Θεάτρου Σκιών.
Επίσης το ίδιο συμβαίνει και με τους κριτές του διαγωνισμού οι οποίοι είναι το ίδιο με το πανί πάνω στο οποίο πιέζουν οι φιγούρες του Θεάτρου Σκιών για να φανούν : ούτε εκείνοι είναι ελεύθεροι να κρίνουν όπως πιστεύουν τους διαγωνιζόμενους αλλά όπως κάθε ελεύθερο ανδράποδο είναι ελεύθεροι να κρίνουν όπως τους επιβάλλεται να κρίνουν ασχέτως της γνώμης τους ( πολλά είναι ιστορικά τα στοιχεία που σε κριτές απαγορεύτηκε να αναδείξουν κάποιον νικητή διότι για πολιτικούς, οικονομικούς, ή άλλους λόγους έπρεπε να αναδειχθεί απαραιτήτως κάποιος άλλος πιο εξυπηρετικός στην επικοινωνιακή πολιτική αυτών που πραγματικά ελέγχουν τον διαγωνισμό ) . Αλλιώς και η δική τους θέση και υπόσταση διακυβεύεται και ελέγχεται από άλλους οι οποίοι πραγματικά ελέγχουν την παράσταση.
Ποιος λοιπόν πραγματικά ελέγχει και επωφελείται από τους διαγωνισμούς ;
Στο Θέατρο Σκιών μας αυτός είναι ο καραγκιοζοπαίχτης. Είναι αυτός που ελέγχει όλες τις φιγούρες και τεντώνει όπως θέλει το πανί αλλά δεν φαίνεται ούτε παρουσιάζεται, αλλά η φωνή του ακούγεται καμουφλαρισμένη ως η φωνή των φιγούρων που κρατάει.
Πώς μπορούμε να βρούμε ποιος είναι ο καραγκιοζοπαίχτης των διαφόρων ποικίλλων διαγωνισμών ;
Με ορισμένες πολύ απλές ερωτήσεις που θα τις πούμε την επόμενη φορά.
No comments:
Post a Comment